Να μην την αφήνουμε... στο ράφι, αλλά να διδασκόμαστε από τα βαθύτερα μηνύματά της, και να τα επικαιροποιούμε στη δύσκολη εποχή της κρίσης την οποία αντιμετωπίζουμε.
Κάπου μεταξύ άκρων και... προσκλήσεων, ξεχάσαμε όσα θα έπρεπε να μας ενώνουν, ώστε να είμαστε και πάλι δυνατοί σαν έθνος.
Ώστε να λέμε τα «ΟΧΙ» που πρέπει, με την ένταση που απαιτεί η εποχή. Ξεκινώντας ενδεχομένως από τον δικό μας κακό εαυτό.
Στα... κάγκελα λοιπόν, επικαλούμενος τα πολλά χρόνια που πέρασα στα παρκέ του μπάσκετ, θα έπρεπε να «κρεμάμε» μονάχα αυτόν τον κακό εαυτό μας.
Όχι να εμφανίζονται σαν ντεκόρ διακόσμησης στις παρελάσεις, κρατώντας μακριά τους γονείς που θέλουν να δουν τα παιδιά τους, μια κοινωνία που θέλει να αγκαλιάσει τα στρατευμένα νιάτα της, όλους εμάς, τον πολιτικό κόσμο, που θα έπρεπε να ψάχνουμε αφορμές για να έρθουμε πιο κοντά στους πολίτες. Όχι να μένουμε κλεισμένοι σε γυάλες, ούτε να κρυβόμαστε.
Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, υπάρχουν και κάποιοι που θέλουν και είναι διαφορετικοί. Είμαστε διαφορετικοί. Και θέλουμε να κοιτάζουμε τους Έλληνες πολίτες στα μάτια, χωρίς να χαμηλώνουμε το βλέμμα. Πόσο μάλλον, να μην έχουμε μεταξύ μας... κάγκελα για να μας χωρίζουν.
Για να ξαναπεί ο ελληνικός λαός στο πολιτικό σύστημα «σας γουστάρουμε», πρέπει και το πολιτικό σύστημα από την πλευρά του να υιοθετεί συμπεριφορές που να «γουστάρει» ο ελληνικός λαός.
Όχι υποκύπτοντας στον πειρασμό του λαϊκισμού, αλλά υπηρετώντας τις ανάγκες μιας κοινωνίας που προσγειώθηκε από τα «σύννεφα» και είναι πλέον περισσότερο υποψιασμένη και απαιτητική.
Δεν «γουστάρουμε» λοιπόν παρελάσεις με κάγκελα. Ούτε εμείς, ούτε οι Έλληνες πολίτες. Ας παραδειγματιστούμε από το λάθος, και ας μην το επαναλάβουμε. Ας το διορθώσουμε.
Ώστε να γίνει έτσι η αρχή σε μια νέα σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Να τους δείξουμε στην πράξη ότι ακούμε, προσέχουμε, μαθαίνουμε. Για να τους έχουμε και πάλι δίπλα μας. Χωρίς να υπάρχουν... κάγκελα ανάμεσά μας.