Ήταν 21 Φεβρουαρίου του 1985, όταν ο εκδότης της Απογευματινής Νίκος Μομφεράτος έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες της 17Ν. Τριάντα τρία χρόνια αργότερα, τουλάχιστον έξι κιλά εκρηκτικών εξερράγησαν στο κτήριο του ΣΚΑΙ και της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, ευτυχώς χωρίς απώλεια ζωής. Φυσικά, οι παλαιότεροι διευθυντές και συντάκτες έκαναν τους συνειρμούς τους. Το «χτύπημα» ήταν πολύ καλά οργανωμένο και βέβαια δεν επρόκειτο για συμβολική” πράξη. Τα εκρηκτικά ήταν τοποθετημένα σε «τυφλό» σημείο της περιμέτρου του κτηρίου, η επιχειρησιακή ομάδα ήταν πολυπληθής, το αυτοκίνητο διαφυγής καμένο για να εξαφανιστεί το DNA.
Είναι εμφανές ότι αναβιώνει επί τα χείρω το άρρωστο πολιτικό κλίμα που επικρατούσε πριν από την εξάρθρωση της 17Ν και του ΕΛΑ. Η πολιτική πρακτική του "σπιλώστε και στοχοποιήστε” τους απέναντι είναι το πιστόλι των ακραίων της πολιτικής.
Ορισμένοι αναρωτιούνται: μα έδωσαν αυτοί οι ακραίοι, στο παρελθόν και τώρα, τo όπλο ή βόμβα στους τρομοκράτες; Όχι βέβαια. Αλλά σε κάθε περίπτωση έχουν στρώσει το ιδεολογικοπολιτικό χαλί για την “καλή” και την “κακή” βία , τις ύβρεις, τα γιαούρτια, τους προπηλακισμούς, τις μολότοφ και τέλος την τυφλή τρομοκρατική βία.
Η τρομοκρατία μπορεί να αναπτύσσεται σε κάποιες γιάφκες, γεννιέται όμως στα κηρύγματα διχασμού, μίσους και βίας.
Στα χρόνια της μεταπολίτευσης η αστική δημοκρατία υπερασπίστηκε εαυτήν από τους επικίνδυνους ψευτο-επαναστάτες που πίστευαν ότι με το αντάρτικο πόλεων μπορούν να την ανατρέψουν. Το τίμημα υπήρξε βαρύ.
Τα προηγούμενα χρόνια οι επιτυχίες στο κομμάτι της εξάρθρωσης της τρομοκρατίας υπήρξαν σημαντικές. Η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας πίστεψε ότι αφήσαμε πίσω μας αυτόν τον εφιάλτη. Ότι οι πολλοί, οι συνετοί και μετριοπαθείς, που έχουμε ως κανόνα την υπεράσπιση της ελευθερίας και την θωράκιση της Δημοκρατία μας, νικήσαμε.
Δυστυχώς, η περίοδος αυτή παρήλθε.
Οι σύγχρονοι τρομοκράτες παρουσιάζονται για μια ακόμη φορά ως αυτόκλητοι σωτήρες, αλλά είναι και αυτοί, όπως και οι προηγούμενοι, στυγνοί δολοφόνοι. Οργανώνουν το νέο αντάρτικο πόλεων σε γιάφκες, "κοινωνικούς χώρους" , συλλογικότητες, αλλά και μέσα από τις φυλακές, οι οποίες έχουν μετατραπεί σε ένα άντρο όσμωσης ποινικών και τρομοκρατών. Κάποιοι καθεύδουν, άλλοι όμως επιχαίρουν.
Εξαιτίας του νόμου Παρασκευόπουλου χιλιάδες επικίνδυνοι κακοποιοί διέβησαν την κερκόπορτα και βρίσκονται ελεύθεροι. Οι φυλακές ασφαλείας τύπου Γ’ καταργήθηκαν. Ικανοί αξιωματικοί, με τους οποίους είχα την τιμή να συνεργαστώ το 2014 στην σύλληψη Μαζιώτη-Ξηρού-Σταμπούλου, ξηλώθηκαν από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία.
Τα χρόνια που έρχονται είναι δύσκολα και ολισθηρά. Δεν υπερβάλλω. Το καταθέτω με συναίσθηση ευθύνης και πόνο ψυχής.
Νιώθω καθήκον και υποχρέωση -βλέποντας στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας “Η Καθημερινή” –την επόμενη της τρομοκρατικής επίθεσης τα πρόσωπα των εργαζομένων που θέλουν να επιτελέσουν το λειτούργημά τους- να κρούσω δημοσίως τον κώδωνα του κινδύνου.
Η συντεταγμένη πολιτεία χρειάζεται να λάβει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα, ώστε να προστατεύσει τις ζωές των πολιτών και τη δημοκρατική ομαλότητα. Εκ του αποτελέσματος, αυτά μόνο επαρκή δεν είναι στις μέρες μας.
Οι ευρισκόμενοι σε θέση ευθύνης οφείλουν να παρέμβουν άμεσα και δραστικά. Δικαιολογία στην αδράνεια δεν υπάρχει. Ο φαύλος κύκλος του τρόμου πρέπει να σταματήσει.
Απαιτείται η οικοδόμηση ενός μίνιμουμ συναίνεσης και ενός μάξιμουμ αρχών, αξιών και ευπρεπούς πολιτικού λόγου.
Στο τέλος της ημέρας, από την ικανότητα και τη δυνατότητα να προφυλάξουμε τη Δημοκρατία μας θα κριθούμε όλοι.
Και μάλιστα αυστηρά.